Επίκτητος, Η ελευθερία, μτφ. Θάνος Σαμαρτζής, εκδ. Δώμα, 2017
Από την εποχή του Κοραή, και ακόμη νωρίτερα στην πραγματικότητα, συνεχίζεται η συζήτηση για τον τρόπο έκδοσης των έργων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στη γλώσσα μας. Η αλήθεια είναι βέβαια πως η συζήτηση δεν αφορά πια παρά ελάχιστους αναγνώστες, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, καθώς η αρχαιομάθεια και η αρχαιογνωσία, η ερασιτεχνική δηλαδή γνώση της αρχαίας γλώσσας, της αρχαίας σκέψης και του αρχαίου πολιτισμού και η επιστημονική γνώση αντιστοίχως, δεν φαίνεται να αποτελούν μορφωτική προτεραιότητα στην εποχή μας. Άλλη γνώση κι άλλες δεξιότητες, μια άλλη συνολικά παράδοση, διαφορετική από την ελληνορωμαϊκή και την εβραϊκή, μοιάζει καλώς ή κακώς να επιζητά κατ’ αποκλειστικότητα ο σύγχρονος άνθρωπος.
Όπως και να ‘χει πάντως, οι εκδότες που επιμένουν ακόμη να επενδύουν στον αρχαίο λόγο, ελληνικό και ρωμαϊκό, οφείλουν να επιλέξουν ξεκάθαρα μεταξύ δύο εκδοτικών πρακτικών: είτε να εκδίδουν βιβλία που θα απευθύνονται στο ευρύ κοινό είτε εκδόσεις που θα απευθύνονται, πρωτίστως, στην επιστημονική κοινότητα και, δευτερευόντως, στον επίμονο και φιλέρευνο αναγνώστη. Η προσπάθεια συγκερασμού σε ένα και μόνο βιβλίο των απαιτήσεων που προβάλλει η καθεμία από αυτές τις δύο εκδοτικές πρακτικές πολύ σπάνια, όπως έχουμε δει, οδηγεί σε ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Οι νεοσύστατες εκδόσεις «Δώμα», με έδρα τους την Αθήνα, επέλεξαν έναν αρχαίο συγγραφέα για πρώτο τους βιβλίο, τον Επίκτητο, και προχώρησαν σε μια εξαιρετική, από αισθητικής άποψης, έκδοση που ξεκάθαρα απευθύνεται στο ευρύ καλλιεργημένο κοινό: με το κείμενο μεταφρασμένο σε σωστά και καλογραμμένα νέα ελληνικά (δυο-τρεις παρατηρήσεις συντακτικού περιεχομένου θα μπορούσαν ίσως να διατυπωθούν, αλλά είναι τόσο ήσσονος σημασίας που περισσεύουν)· χωρίς το πρωτότυπο κείμενο στην αριστερή σελίδα, έτσι που ο αναγνώστης να μπορεί να πλησιάσει τον αρχαίο συγγραφέα όπως διαβάζει οποιονδήποτε άλλον συγγραφέα, απαλλαγμένος δηλαδή από την υποχρέωση να κοιτάζει -και να αποκρυπτογραφεί- κάθε τόσο και το αρχαίο κείμενο· με τις απολύτως μόνο απαραίτητες υποσημειώσεις στο κάτω μέρος της σελίδας· και με ένα ευσύνοπτο και κατατοπιστικό επίμετρο για τον συγγραφέα και το έργο στο τέλος του βιβλίου. Ό,τι, με άλλα λόγια, βρίσκουμε κι όταν ανοίγουμε να διαβάσουμε ένα δοκιμιακό βιβλίο του Τζορτζ Στάινερ, του Σταύρου Ζουμπουλάκη ή του Μίλαν Κούντερα στη γλώσσα μας.
Η σειρά η οποία εγκαινιάζεται με αυτό το έργο έχει ονομαστεί από τους εκδότες «Τα στοιχειώδη». Πολύ σωστά, θα έλεγα, περιλαμβάνεται σε αυτήν, πρώτος μάλιστα, και ο Επίκτητος, μια και όλη η φιλοσοφία της Στοάς δεν αποτελεί ένα φτωχό παραπλήρωμα της μεγάλης ελληνικής φιλοσοφικής παράδοσης, των Προσωκρατικών, του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, μια απλή πρακτική φιλοσοφία όπως κατά καιρούς έχει εκληφθεί, αλλά είναι ένα ολοκληρωμένο φιλοσοφικό σύστημα που έχει ασκήσει τεράστια επίδραση στη σκέψη των αιώνων. Πρωτοδιατυπώθηκε κατά τα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα, στην Αθήνα, και αναπτύχθηκε δημιουργικά μέχρι τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Οι ιστορικοί διακρίνουν στην ανάπτυξη της στωικής φιλοσοφίας τρεις μεγάλες φάσεις: την Αρχαία Στοά, με κύριους εκπροσώπους τον Ζήνωνα, τον Κλεάνθη και τον Χρύσιππο, τη Μέση Στοά, με τον Παναίτιο και τον Ποσειδώνιο, και την Ύστερη Στοά, με βασικούς και σημαντικούς εκπροσώπους τον Σενέκα, τον Επίκτητο και τον Μάρκο Αυρήλιο. Είναι χαρακτηριστικό της ευρύτητας του φιλοσοφικού αυτού ρεύματος ότι στα ελληνορωμαϊκά χρόνια ανέδειξε, μεταξύ άλλων, δύο μεγάλους φιλοσόφους, εκ των οποίων ο ένας ήταν δούλος, ο Επίκτητος, και ο άλλος αυτοκράτορας, ο Μάρκος Αυρήλιος.
Ο Επίκτητος γεννήθηκε στην Ιεράπολη της Φρυγίας από μητέρα δούλη γύρω στο 50 μ.Χ. (ήταν σύγχρονος του Πλούταρχου και του Τάκιτου δηλαδή) και πέθανε περίπου 80 χρόνια αργότερα στη Νικόπολη της Ηπείρου. Στο ενδιάμεσο βρέθηκε ως δούλος στη Ρώμη, έμεινε δια βίου χωλός λόγω της βαναυσότητας του αφεντικού του, αλλά είχε τη σπάνια ευκαιρία να παρακολουθήσει τα μαθήματα του μεγάλου στωικού δασκάλου Μουσώνιου Ρούφου. Η μόρφωσή του, κατά τ’ άλλα, δεν είχε μεγάλο εύρος: ο Όμηρος, οι τραγικοί, ο Πλάτωνας και ο Ξενοφώντας είναι οι βασικοί συγγραφείς το έργο των οποίων υποθέτουμε ότι γνώριζε. Όταν κέρδισε την ελευθερία του, άρχισε να διδάσκει και ο ίδιος φιλοσοφία στη Ρώμη, μέχρι το 90 μ.Χ., οπότε ο αυτοκράτορας Δομιτιανός έδιωξε από την πόλη όλους τους φιλοσόφους – και τους αστρολόγους. Ο Επίκτητος εγκαταστάθηκε τότε στη Νικόπολη, όπου ίδρυσε φιλοσοφική σχολή και δίδαξε ώς το τέλος σχεδόν της ζωής του. Τα τελευταία του χρόνια αφοσιώθηκε αποκλειστικά στην ανατροφή του παιδιού που είχε υιοθετήσει.
Όπως και ο Σωκράτης, ο οποίος υπήρξε πρότυπο ανδρός για τους Στωικούς, και ιδιαίτερα για τον Επίκτητο, ο ίδιος δεν έγραψε τίποτε. Γνωρίζουμε τη διδασκαλία του χάρη στον μαθητή του Φλάβιο Αρριανό, τον γνωστό ιστορικό της αλεξανδρινής εκστρατείας, ο οποίος κατέγραψε τον λόγο του φιλοσόφου σε οκτώ βιβλία με τον τίτλο «Διατριβαί» και σε άλλο ένα, το γνωστό «Εγχειρίδιον», μια σύνοψη της στωικής φιλοσοφίας του Επίκτητου. Έξι από αυτά τα κείμενα παρουσιάζει μεταφρασμένα ο Θάνος Σαμαρτζής στον τόμο «Η ελευθερία» των εκδόσεων Δώμα: Η ελευθερία, Αγάπη και λογική, Για τις κοινωνικές συναναστροφές α΄ και β΄, Πώς να παλεύουμε κόντρα στις δυσκολίες και Πώς να διαφυλάσσεις την αξιοπρέπειά σου σε κάθε περίσταση.
Η στωική φιλοσοφία του Επίκτητου είναι κυρίως μια ηθική φιλοσοφία, στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται ο άνθρωπος και το ερώτημα ποιος τρόπος ζωής μπορεί να οδηγήσει τον καθένα ξεχωριστά στην κατάκτηση της ευτυχίας και μιας αδιατάρακτης εσωτερικής ηρεμίας και αταραξίας. Αυτό είναι, εξάλλου, και το βασικό κίνητρο που οδηγούσε τους ανθρώπους της ελληνιστικής και αυτοκρατορικής εποχής στη φιλοσοφία: «Για ποιο λόγο στράφηκες στους φιλοσόφους;», διαβάζουμε στο ανά χείρας βιβλίο. «Μήπως για να μείνεις εξίσου δύσμοιρος και δυστυχισμένος όσο και πριν; Αν ναι, τότε δεν θ’ απαλλαγείς από τον φόβο και την έγνοια». Ο δρόμος που προτείνει ο Επίκτητος για την αποφυγή της δυστυχίας είναι η απαλλαγή από τα πάθη, η απελευθέρωση από τις ανθρώπινες επιθυμίες και από τα συναισθήματα.
Υπάρχουν, λέει, πράγματα που δεν είναι στις δυνατότητές μας να τα αλλάξουμε και άλλα που είναι. Είναι ανοησία και μάταιο να προσπαθούμε να ελέγξουμε τα πρώτα, όσο πολύτιμα και αν είναι για μας: «Από δω λοιπόν πρέπει ν’ αρχίσουμε και να κατακτήσουμε το εσωτερικό αυτό κάστρο και να αποβάλουμε τους τυράννους: να παρατήσουμε το αδύναμο κορμί μας, τα μέρη του κορμιού μας, την εξουσία, την περιουσία, τη φήμη, τα αξιώματα, την αναγνώριση, τα παιδιά, τα αδέλφια, τους φίλους, όλα αυτά να τα θεωρήσουμε πράγματα ξένα». Αυτό που μπορούμε να ελέγξουμε, συνεχίζει ο Επίκτητος, είναι οι ιδέες και οι γνώμες που έχουμε για αυτά, η επιθυμίες μας. Στην ακύρωση της επιθυμίας πρέπει να στρέψουμε όλες μας τις δυνάμεις: «Όσο μόχθησες για τα πράγματα που προηγουμένως λαχτάρησες, μόχθησε τώρα για την ακύρωση της λαχτάρας. Μείνε ξάγρυπνος για να χτίσεις το φρόνημα εκείνο που θα σε κάνει ελεύθερο». Έτσι μόνο κατακτάται η ελευθερία, και η αξιοπρέπεια, η εντιμότητα, η περηφάνια.
Πρόκειται αναμφισβήτητα, από μια άποψη, για μια φιλοσοφία παραίτησης και απόσυρσης από τον κόσμο, που δημιουργεί μάλιστα την αίσθηση της αναλγησίας και της απανθρωπιάς, όταν, για παράδειγμα, μας καλεί να ξεριζώσουμε από μέσα μας τον πόνο για τα παιδιά μας ή για τον σύντροφό μας, αφού τελικός σκοπός είναι η απάθεια, η χειραφέτηση από κάθε ανθρώπινο πάθος. Από μια άλλη άποψη, ωστόσο, και είναι αυτή που κυρίως μας ενδιαφέρει σήμερα, πρόκειται για μια φιλοσοφία η οποία θέτει τον άνθρωπο ενώπιον των ευθυνών του και δεν του επιτρέπει να αναζητάει τους υπαίτιους της δυστυχίας του σε εξωτερικούς παράγοντες: «Από σήμερα και στο εξής, όταν θα συμπεριφερόμαστε με τρόπο που δεν είναι σωστός, δεν θα κατηγορούμε τίποτε άλλο παρά τη δική μας αντίληψη, την αντίληψη εκείνη που μας έκανε να φερθούμε με τον τρόπο που φερθήκαμε».
Ο Επίκτητος πίστευε βαθιά στη δυνατότητα εκπαίδευσης στην αρετή, στη δυνατότητα του ανθρώπου να μάθει πώς να είναι ελεύθερος κάνοντας χρήση της λογικής του, παρατηρώντας και μελετώντας τον εαυτό του και εξασκούμενος καθημερινά: «Το αντιλαμβάνεσαι λοιπόν κι ο ίδιος ότι, αν θέλεις να μελετήσεις πραγματικά τις αντιλήψεις σου, θα πρέπει να γίνεις το ζώο εκείνο που οι πάντες κοροϊδεύουν: άνθρωπος που σπουδάζει. Και το καταλαβαίνεις και μόνος σου ότι αυτό δεν είναι υπόθεση της μιας ώρας ή της μιας μέρας». Και παρακάτω: «Χρειάζεται να αναπτύξετε νέες συνήθειες. Χρειάζεται το φρόνημά σας να στεριώσει, χρειάζεται να το εξασκήσετε». Πιθανότατα δεν θα γίνουμε ποτέ ο στωικός σοφός που έχει απαλλαγεί πλήρως από τα πάθη του – και ποιος θα το ήθελε εξάλλου αυτό, εδώ που τα λέμε; Πιθανότατα δεν θα γίνουμε ποτέ ο Σωκράτης ή ο Διογένης, οι οποίοι αποτελούν το πρότυπο του σοφού και ελεύθερου ανθρώπου για τους Στωικούς. Αρκεί όμως να προσπαθούμε και, μας λέει ο Επίκτητος, να είμαστε κάθε μέρα όχι χειρότεροι από την προηγούμενη αλλά λίγο καλύτεροι. «Εσύ όμως, μ’ όλο που δεν είσαι ακόμη Σωκράτης, οφείλεις να ζεις σαν κάποιος που θέλει να είναι Σωκράτης», όπως διαβάζουμε στο «Εγχειρίδιον».
Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος