Όλα τα πρόσωπα που υπήρξαν είναι ένα [Ντίνος Σιώτης]

siotis

Ντίνος Σιώτης, Μάρθα, Μάρθα, ποιήματα, εκδ. Γαβριηλίδης, 2016

Είμαι βέβαιος πως το πρώτο πράγμα που κάθε αναγνώστης συνηθίζει να κάνει, ερχόμενος σε επαφή με το νέο βιβλίο ενός συγγραφέα το έργο του οποίου ήδη γνωρίζει, είναι να ανατρέξει, με τη δύναμη της σκέψης του έστω, στα προηγούμενα βιβλία του ίδιου συγγραφέα επιχειρώντας έτσι μια πρόχειρη σύνδεση με τα προηγούμενα. Το γεγονός ότι ο Ντίνος Σιώτης έχει δημοσιεύσει, από το 2008, μια ποιητική συλλογή με αυτόν ακριβώς τον τίτλο, «Σύνδεση με τα προηγούμενα», καθοδηγεί, κατά ευτυχή σύμπτωση, τον αναγνώστη προς την πιο σωστή κατεύθυνση που θα μπορούσε να ακολουθήσει, αφού σε αυτό το βιβλίο συναντάμε δύο ποιήματα που περιλαμβάνονται, σχεδόν αυτούσια, και στο τωρινό βιβλίο του Σιώτη, την ποιητική συλλογή «Μάρθα, Μάρθα».

Αφήνοντας, προς το παρόν τουλάχιστον, ασχολίαστη την επανάληψη των δύο αυτών ποιημάτων, ας δούμε ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ποιητικής του Ντίνου Σιώτη που με την πρώτη κιόλας ματιά θα μπορέσει να διακρίνει ο αναγνώστης, καθώς θα διατρέχει τα ποιήματά του της τελευταίας δεκαετίας-δεκαπενταετίας. Αν επιτρέπεται, χάριν συνεννόησης και ευκολίας, να διακρίνουμε σε ένα ποίημα τη μορφή από το περιεχόμενο, μπορούμε να πούμε πως το ένα χαρακτηριστικό αφορά τη στιχουργική μορφή και τη συντακτική δομή του ποιήματος, ενώ το δεύτερο το περιεχόμενό του.

Μορφικά τα ποιήματα του Σιώτη, εδώ και πολλά χρόνια, αναπτύσσονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο: σε στροφές των τριών στίχων που οπτικά είναι πανομοιότυπες, χωρίς πάντως να ακολουθούν κάποια μετρική φόρμα. Η ολοσχερής απουσία στίξης και οι διαρκείς διασκελισμοί των στροφών μετατρέπουν κάθε ποίημα σε μία μοναδική φράση, με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να οδηγείται υποχρεωτικά σε μια, πρώτη τουλάχιστον, συνεχή ρυθμική ανάγνωση που συχνά υπονομεύει την ομαλή εκτύλιξη και κατανόηση του νοήματος. Έτσι που τελικά γίνεται φανερό αυτό που ήδη κάθε αναγνώστης ποίησης γνωρίζει: πως στα ποιήματα το κέντρο βάρους δεν βρίσκεται ποτέ μόνο στο περιεχόμενο τους – ακόμα και όταν τα ποιήματα λένε με απλά λόγια αυτό που θεωρούμε πως θέλουν να πούνε.

Το δεύτερο σταθερό χαρακτηριστικό της ποιητικής του Ντίνου Σιώτη, όλα αυτά τα χρόνια, είναι η προσήλωσή του στην επικαιρότητα και την καθημερινότητα. Οι μεγάλες ιδέες, οι μεταφυσικές έννοιες, οι τυποποιημένα βαθιές ανησυχίες, τα αφηρημένα ουσιαστικά γενικά απουσιάζουν από αυτή την ποίηση, το μεγαλύτερο ίσως μέρος της οποίας εμπνέεται και τρέφεται από το εφήμερο, από τα γεγονότα του δημόσιου βίου περισσότερο, παρά από εκείνα της εσωτερικής ζωής του ποιητή – όσο σχηματικό τέλος πάντων κι αν είναι, ορισμένες φορές, να διαχωρίσουμε το ένα από το άλλο.

Η νέα ποιητική συλλογή του Σιώτη περιλαμβάνει σαράντα τρία συνολικά ποιήματα, κοινός παρονομαστής των οποίων, θεματικά, είναι η αινιγματική γυναίκα που ονομάζεται Μάρθα και εμφανίζεται σε όλα ανεξαιρέτως τα ποιήματα, έτσι που το βιβλίο θα μπορούσε να εκληφθεί ίσως και ως ένα μεγάλο συνθετικό ποίημα. Πρωταγωνιστές σε όλο το μάκρος του βιβλίου είναι σταθερά η Μάρθα και ο αφηγητής που μιλάει σε πρώτο πρόσωπο και μια φορά μάλιστα κατονομάζεται, μες στο ποίημα, ως Ντίνος Σιώτης. Ο τόπος είναι ο ίδιος που γνωρίζουμε από τα προηγούμενα βιβλία του ποιητή, το κέντρο της Αθήνας, η Ανατολική και η Δυτική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και η γενέθλια νήσος των Κυκλάδων Τήνος.

Τα σταθερά χαρακτηριστικά της ποιητικής του Σιώτη, που η κριτική έχει ήδη επισημάνει, εμφανίζονται και σε αυτή τη συλλογή: η οργάνωση των ποιημάτων σε στροφές των τριών στίχων, η έλλειψη στίξης, η ρυθμική εκτύλιξη της φράσης, όπως επίσης η προφορικότητα του λόγου, η ειρωνεία και ο αυτοσαρκασμός, το χιούμορ και ο ρεαλισμός, ο αναπάντεχος λυρισμός και η αυτοαναφορικότητα, οι υπερρεαλιστικές διαφυγές. Και βέβαια η προσήλωση στα εφήμερα γεγονότα της ζωής, στο καθημερινό και το οικείο. Αν κάτι απουσιάζει από αυτό το βιβλίο είναι η τρέχουσα επικαιρότητα. Τα ποιήματα μετακινούνται από το παρελθόν στο μέλλον χωρίς, θα έλεγε κανείς, να σταθμεύουν στο παρόν, το οποίο γίνεται συχνά απλώς το σημείο απ’ όπου ο αφηγητής αντικρίζει τα πριν και τα μετά του βίου: «Εγώ ερείπιο να τρέχω πίσω της», διαβάζουμε σε ένα από τα ποιήματα της συλλογής, «μαγεμένος μια μουσική πλημμύρα με // τύλιγε στο διάφανο πέπλο της και με / έστελνε στο μέλλον και τώρα εδώ που / είμαι και γράφω αυτό το ποίημα δεν // ξέρω ποιος ή τι με καθοδηγεί η αρχαιο- / λογία της νοσταλγίας για τα περασμένα / ή η αδημονία μου για τα μελλούμενα».

Το ποίημα με τον μονολεκτικό τίτλο «Μάρθα», ένα από τα δύο ποιήματα που περιλαμβάνεται και στο παλαιότερο βιβλίο «Σύνδεση με τα προηγούμενα», είναι χαρακτηριστικό όλης της συλλογής και δεν αποκλείεται να αποτελεί και τη μήτρα από την οποία γεννήθηκε η ιδέα του βιβλίου αυτού, στο οποίο περιλήφθηκαν τελικά παλαιότερα και νεότερα ομόθεμα ποιήματα. Αξίζει να το διαβάσουμε ολόκληρο:

Με τη Μάρθα γνωριστήκαμε εντελώς

τυχαία είχαν απεργία τα λεωφορεία κι

έκανε οτοστόπ την πήρα και την πήγα

.

στη σχολή (σπούδαζε ηθοποιός) στο

δρόμο μού είπε για τη ζωή της αλλά

την είχε μπερδέψει με τη ζωή που

.

ήθελε να ‘χε ζήσει ο άγγελός της εγώ

πάντως μετά τόσα χρόνια μπορώ και

τη φαντάζομαι: η Μάρθα υποδύεται

.

τη Μάρθα κι εγώ κάθομαι σε σκοτεινό

διαμέρισμα και την κοιτάω το φόρεμά

της είναι στενό ανυπομονεί να το βγάλει

.

είναι πάνω στη σκηνή κάνοντας πρόβαλα

μακιγιάζ ενός έργου που δεν το ‘χω δει

ο σκηνοθέτης την καθοδηγεί με φαντασία

.

φαντάζομαι ότι κι εγώ σε κάποιο άλλο

θέατρο υποδύομαι τον Ντίνο Σιώτη και

η Μάρθα είναι σε σκοτεινό διαμέρισμα

.

και με βλέπει από τον δέκτη καλωδιακής

τηλεόρασης ξαπλωμένη σε καναπέ τρώει

ξηρούς καρπούς πίνει χυμό βατόμουρου

.

δοκιμάζοντας νέο ρόλο που τον έχει

επινοήσει ο εραστής της μετά από λίγο

θα κατέβει απ’ την ολόφωτη σκηνή και

.

θα έρθει τρέχοντας να μου συστηθεί

ξεχνώντας το οτοστόπ πριν σαράντα

χρόνια σε δρόμο του Σαν Φρανσίσκο.

.

Ποια είναι λοιπόν η αινιγματική Μάρθα του βιβλίου; Κάποτε, όπως για παράδειγμα στο ποίημα που μόλις διαβάσαμε, η σχέση της με τον ποιητή μοιάζει να είναι ξεκάθαρα βιωματική: είναι η γυναίκα με την οποία γνωρίστηκε πριν από σαράντα χρόνια στο Σαν Φρανσίσκο. Αγαπήθηκαν: «Η Μάρθα κι εγώ αγαπιόμασταν τόσο / πολύ που περνούσαμε ώρες ακίνητοι / χωρίς να μιλάμε, χωρίς να λέμε λέξη» και η σχέση τους κρατήθηκε σταθερή από τότε: «Πέτυχε η σχέση μας Μάρθα / προσέξαμε πολύ τη συνταγή / και τώρα όλοι μας ζηλεύουν».

Στην ποίηση όμως, ευτυχώς, τα πράγματα ποτέ δεν είναι τόσο απλά. Η Μάρθα, καθώς φαίνεται, δεν βολεύεται με μία μόνο ζωή. Ούτε καν με έναν μόνο θάνατο: «Οι γιατροί // της μονάδας εντατικής θεραπείας έκαναν ό,τι / ήταν δυνατόν για να επαναφέρουν τη Μάρθα / στη ζωή εκείνη όμως προτίμησε ένα ταξίδι // στο Twin Peaks δεν έδινε δεκάρα για το / τι θα έλεγαν όσοι περίμεναν στην κηδεία / της στον καθεδρικό ναό του Saint Patrick». Ή, διαφορετικά, ο ποιητής δεν αρκείται σε μία μονοδιάστατη Μάρθα: «Ονειρεύομαι εσένα / Μάρθα όπως είσαι και όπως δεν / είσαι παλίμψηστη στα όνειρά μου». Ή, τέλος, για να το πούμε αλλιώς, καμία ζωή δεν είναι μία και μόνο ζωή. Τα όρια μεταξύ παρόντος, παρελθόντος και μέλλοντος δεν είναι σταθερά και στεγανά. Η Μάρθα και ο ποιητής μοιάζει να μετακινούνται ελεύθερα στον χρόνο και τον τόπο: «Η Μάρθα ζούσε με ό,τι αφαιρούσε / απ’ τους καρπούς των ημερών της / μ’ αυτό το στέρημα της αφαίρεσης // περνούσε απ’ τη σκόνη στη στάχτη / απ’ τα στεγνά νερά του παρόντος / στα φλογερά ύδατα του μέλλοντος».

«Όλα τα πρόσωπα που υπήρξαν είναι / ένα και το αυτό αγαπημένο πρόσωπο», διαβάζουμε σε ένα άλλο ποίημα. Το πρόσωπο αυτό είναι η Μάρθα. Που είναι συγχρόνως όλες οι γυναίκες που έχει γνωρίσει ο ποιητής και που είναι η Μούσα του. Που είναι, ίσως, η ίδια η ποίηση.

Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος

martha

Σχολιάστε