Αντρέ Μπρετόν: Γαιόφως και άλλα ποιήματα (1916 – 1936), Εισαγωγή – Μετάφραση – Σημειώσεις: Σωτήρης Λιόντος, εκδ. Ύψιλον
Όσοι τον καιρό της εφηβείας μας μείναμε νύχτες ολόκληρες άγρυπνοι διαβάζοντας τη Νάντια και τα Μανιφέστα του υπερρεαλισμού και δοθήκαμε παράφορα στον έρωτα με μοναδικό οδηγό μας (εκτός από την αμάθητη και βιαστική νεότητά μας) τον Τρελό έρωτα και την Αρκάνα 17, όσοι την ίδια εκείνη εποχή λυσσάγαμε που δεν μπορούσαμε να διαβάσουμε τα υπόλοιπα βιβλία του Αντρέ Μπρετόν μα κυρίως τα ποιήματά του (αλλά και του Ρενέ Σαρ και του Μπενζαμέν Περέ και κάμποσων άλλων ακόμη) και καταλήξαμε να μάθουμε γαλλικά –όποιοι και όσο μάθαμε τέλος πάντων– μόνο και μόνο για να μπορέσουμε να τα διαβάσουμε, μα και όσοι πιστοί όσοι ζεστοί της ποίησης και της ελευθερίας εραστές βρισκόμαστε ακόμη, δεν μπορεί παρά να μοιραζόμαστε τον ίδιο ενθουσιασμό για την ελληνική έκδοση ενός μεγάλου μέρους των ποιημάτων του θεωρητικού και ιδρυτή του υπερρεαλιστικού κινήματος.
Στίχοι σκόρπιοι του Μπρετόν (Μια λέξη και όλα σώθηκαν / Μια λέξη και όλα χάθηκαν ή Ποια είναι λοιπόν αυτή η μακρινή χώρα / Που φαίνεται να αντλεί όλο το φως της από τη ζωή σου / Δονείται τόσο αληθινά στην άκρη των βλεφαρίδων σου) και ορισμένα ποιήματά του, εδώ και δεκαετίες, κυκλοφορούνε βέβαια από στόμα σε στόμα σαν μυστικά συνθήματα και ανοίγουν τις πόρτες που οδηγούν στην πιο συναρπαστική αντίληψη για την ελευθερία, για τον έρωτα και για την ποίηση. Μα τώρα, χάρη στη φιλότιμη και επίπονη εργασία του Σωτήρη Λιόντου και στις εκδόσεις Ύψιλον, έχει πια και ο έλληνας αναγνώστης στη διάθεσή του την ποίηση που έγραψε και δημοσίευσε ο Αντρέ Μπρετόν από το 1916 ως το 1936: τις συλλογές “Ενεχυροδανειστήριο”, “Γαιόφως”, “Το περίστροφο με τα άσπρα μαλλιά” και “Ο αέρας του νερού”, καθώς και τα τρία εξαίσια και θρυλικά ποιήματα “Η ελεύθερη ένωση”, “Βιολέτα Νοζιέρ” (ένα πρότυπο δίχως αμφιβολία για τη Μαρία Νεφέλη του Ελύτη) και “Στο μαύρο πλυσταρειό”.
Η ποίηση ωστόσο του Μπρετόν (σε αντίθεση με την ποίηση άλλων υπερρεαλιστών συγγραφέων) στο σύνολό της, αν εξαιρέσουμε δηλαδή μεμονωμένες ποιητικές φράσεις –αρκετές είναι η αλήθεια– και ορισμένα ολόκληρα ποιήματα, δεν είναι του είδους εκείνου που κερδίζει αμέσως την προσήλωση και την αφοσίωση του αναγνώστη ούτε και δίνεται εύκολα στον θαυμασμό. Ο ίδιος ο μεταφραστής, στην πλούσια εισαγωγή και στις άφθονες σημειώσεις με τις οποίες συνοδεύει την έκδοση, παρουσιάζει αρκετούς από τους λόγους που δυσχεραίνουν την επαφή με το ποιητικό έργο του γάλλου υπερρεαλιστή και που, ενδεχομένως, θα απομάκρυναν αρκετούς αναγνώστες, αν βέβαια δεν προϋπήρχε η μυθολογία που –δικαίως– συνοδεύει το όνομα του Μπρετόν, τα εξαίσια διαυγή και ερεθιστικά πεζά του κείμενα και το ομολογουμένως γοητευτικό ξετύλιγμα της ποιητικής του φαντασίας.
Ο Μπρετόν αρέσκεται στην παραβίαση των λογικών κανόνων της γλώσσας, στα λογοπαίγνια, στις παρηχήσεις και στη μεταστροφή κοινών και γνωστών εκφράσεων και μετέρχεται ένα πλουσιότατο λεξιλόγιο γεμάτο ιδιωματισμούς και όρους από ποικίλους επιστημονικούς κλάδους (φυτολογία, ζωολογία, εντομολογία, ορυκτολογία) και επίκαιρες, στην εποχή του, αναφορές σε πρόσωπα, τόπους και γεγονότα, που σήμερα έχουν πια λησμονηθεί. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται στην επιφάνεια του ποιήματος ένα πυκνό και δυσπρόσιτο πλέγμα, το οποίο με κάποιον τρόπο ο αναγνώστης πρέπει να διαπεράσει ή να παρακάμψει, προκειμένου να τεθεί σε κίνηση ο μηχανισμός που θα επιτρέψει τη διαμόρφωση του ξεχωριστού εκείνου κόσμου που δημιουργείται όποτε ερχόμαστε σε ενεργητική επαφή με την πραγματική ποίηση: Αυτή η καθίζηση του ενός προς τον άλλο […] / Θέτει σε κίνηση μια σειρά από πολύ αληθινά φαινόμενα / Που συντελούν στη διαμόρφωση ενός ξεχωριστού κόσμου / Τέτοιας φύσεως που να ντροπιάζει αυτόν που αντιλαμβανόμαστε / Σε περίπτωση ελλείψεώς του.
Γιατί πάνω απ’ όλα αυτό είναι που διδάσκει η ποίηση και η πολιτεία του Μπρετόν, ότι δηλαδή η φαντασία δεν είναι ένα χάρισμα αλλά ένα κατεξοχήν αντικείμενο κατάκτησης. Ο ίδιος ο ιδρυτής του υπερρεαλισμού –γίνεται ολοφάνερο αυτό μέσα στα ποιήματά του– δεν παύει ποτέ να γυμνάζει τη φαντασία του· ακόμη και όταν εγκαταλείπει ή περιορίζει τη χρήση της αυτόματης γραφής και μοιάζει να ενδίδει κάπως στις απαιτήσεις της λογικής, ακόμη και τότε είναι η φαντασία του που ακολουθώντας άλλους δρόμους κρατάει τα ηνία και οδηγεί αλάθευτα στην επικράτηση της ποίησης, στην κατάκτηση της ελευθερίας και στη κατίσχυση του έρωτα. Ένα μέρος του πρωινού μου είχε περάσει με το να κλίνω έναν καινούργιο χρόνο του ρήματος είμαι – διότι μόλις εφευρέθηκε ένας νέος χρόνος του ρήματος είμαι. Ποια ευγενέστερη και επωφελέστερη ασχολία μπορεί άραγε να γεμίσει τα πρωινά μας (και τα μεσημέρια και τις νύχτες μας) από την εξερεύνηση αυτού του νέου τρόπου ύπαρξης, που η ποίηση του Αντρέ Μπρετόν μας καλεί να ανακαλύψουμε;