Κατερίνα Μαλακατέ, Χωρίς πρόσωπο, μυθιστόρημα, εκδ. Μεταίχμιο
Αν η σοβαρότερη αδυναμία της ποίησής μας είναι η ομφαλοσκόπηση, το σοβαρότερο μειονέκτημα της πεζογραφίας μας είναι ο επαρχιωτισμός της. Οι συγγραφείς μας, ακόμη και σήμερα, μοιάζει να φοβούνται να βγουν από την ασφάλεια της εντοπιότητας και γι’ αυτό ακριβώς, ακόμα και όταν το τολμάνε, μοιάζει να διαλέγουν από τον έξω κόσμο ό,τι πιο επιφανειακό και φανταχτερό έχει αυτός να προσφέρει. Ξεκινάω από αυτή την παρατήρηση γιατί ένα από τα πρώτα πράγματα που μου έκαναν εντύπωση στο «Χωρίς πρόσωπο», το νέο μυθιστόρημα της Κατερίνας Μαλακατέ, είναι η ουδέτερη και απροκατάληπτη ματιά της στα πρόσωπα του έργου της και στους τόπους όπου αυτά κινούνται. Οι ήρωές της είναι όσο Έλληνες είμαστε όλοι μας όταν δεν το σκεφτόμαστε και οι τόποι τής αφήγησης (το νησί, η Αμερική, η Αθήνα) δεν είναι φαντασιακές κατασκευές αλλά μέρη στα οποία ζουν κανονικοί άνθρωποι.
Το δεύτερο σημείο που ξεχωρίζει το μυθιστόρημα της Μαλακατέ από τα περισσότερα σύγχρονα ελληνικά μυθιστορήματα (όχι απ’ όλα προφανώς) είναι, βέβαια, το αναπάντεχο θέμα του (η μεταμόσχευση προσώπου) αλλά και ο τρόπος διαπραγμάτευσής του. Η συγγραφέας δεν αρκέστηκε σε μια εξωτερική, ας την πούμε έτσι, παρουσίαση του ασυνήθιστου ιατρικού θέματός της, που και από μόνη της θα ήταν συναρπαστική, αλλά ασχολήθηκε περισσότερο με την ψυχική προετοιμασία του πρωταγωνιστή και του περίγυρού του γι’ αυτό το εγχείρημα και, επιπλέον, ακολούθησε την πορεία του πολύ μετά από αυτό· πολύ μετά δηλαδή από εκεί που θα άφηνε το θέμα μια χολιγουντιανή ταινία.
Το θέμα από μόνο του, ωστόσο, όσο πρωτότυπο και αν είναι, δεν αρκεί για να δημιουργήσει ένα ολοκληρωμένο μυθιστόρημα. Το «Χωρίς πρόσωπο» έχει δύο πρόσθετα στοιχεία. Απ’ τη μία, η αφήγηση μοιράζεται σε πολλές φωνές πέρα από αυτή του πρωταγωνιστή και, από την άλλη, εμφανίζονται ζητήματα που δεν σχετίζονται, ίσως, άμεσα με την κύρια πλοκή και τα οποία δίνουν ένα πρόσθετο βάθος και εύρος στη διαπραγμάτευση του κυρίου θέματος. Τέτοια είναι η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, οι οικογενειακές σχέσεις, η μονογαμία, η οπλοκατοχή. Ούτε όμως η πολυφωνία ούτε η πολυθεματικότητα διασπάνε σε καμία περίπτωση την ενότητα του μυθιστορήματος, καθώς και η μία και η άλλη φωτίζουν από περισσότερες πλευρές και κάνουν πιο εναργές το μυθιστορηματικό σύμπαν που έχει δημιουργήσει η Μαλακατέ.
«Στις οριακές στιγμές, και στις οριακές ζωές όπως η δική μου, πυκνώνει το συναίσθημα και μακραίνει ο χρόνος. Γίνεται έκρηξη, κι έπειτα, ώσπου να κατακαθίσουν οι καπνοί, εισβάλλει η βαρεμάρα, μπαίνει στη μέση ακατάλυτη η ανία. Η ανία είναι ευεργετική, το μόνο συναίσθημα που μπορεί με τόση ένταση να σε κινητοποιήσει. Η βαρεμάρα, η απόλυτη βαρεμάρα μπορεί να τρελάνει το ανθρώπινο μυαλό αν παραδοθείς. Συνήθως δεν παραδίνεσαι. Η ανία σε στέλνει στην κίνηση. Σε μια κίνηση τελείως διαφορετική από αυτήν που απαιτεί η συνέχειά της, από αυτήν που θα έκανες αν ενδιάμεσα δεν είχες τόσο απόλυτα βαρεθεί. Διασπά το συνεχές του χρόνου».
Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος