Τη νύχτα πριν απ’ τα Χριστούγεννα

santaroofb

Τη νύχτα πριν απ’ τα Χριστούγεννα στο σπίτι απ’ άκρη σ’ άκρη

ούτε ποντίκι δεν ξεμύτιζε, τα πάντα ήταν σε νάρκη.

.

Οι κάλτσες ήτανε προσεκτικά στο τζάκι κρεμασμένες,

για να τις βρούμε αύριο, πρωί-πρωί, με δώρα γεμισμένες.

.

Και τα παιδιά μες στα κρεβάτια τους και στα σκεπάσματά τους

βλέπαν κουφέτα να χορεύουνε μέσα στα όνειρά τους.

.

Η μαμά κουκουλωμένη δίπλα μου κι εγώ με το σκουφί μου

έπεσα στα ζεστά να κοιμηθώ κι έσβησα το κερί μου.

.

Μα τότε ακούστηκε από την αυλή μια τέτοια φασαρία,

που απ’ το κρεβάτι μου πετάχτηκα γι’ αυτή την ιστορία.

.

Έτρεξα στο παράθυρο, σαν αστραπή, σαν σφαίρα,

το τζάμι άνοιξα και έσπρωξα τα δυο παντζούρια πέρα.

.

Το φως του φεγγαριού, που χάιδευε γλυκά το φρέσκο χιόνι,

μια λάμψη κι ένα φως μεσημεριού στο καθετί απλώνει.

.

Τότε, θαύμα μπροστά στα μάτια μου είδα αυτή τη μέρα:

οχτώ ταράνδους ένα έλκηθρο να σέρνουν στον αέρα,

.

Κι έναν γεράκο να τα οδηγεί με μάτια που γελάνε,

που αμέσως είπα μέσα μου: «ο Άη Βασίλης θα ‘ναι».

.

Πετούν οι τάρανδοι σαν αετοί, λάμπουν τα κέρατά τους

κι εκείνος σφύριζε, τους φώναζε με τα ονόματά τους:

.

«Τώρα, Ντάσερ! Πάμε, Ντάνσερ! Τώρα, Πράνσερ! Τώρα, Βίξεν!

Έλα, Κόμετ! Άντε, Κιούπιντ! Έλα, Ντόντερ! Έλα, Μπλίξεν!

.

Πάμε ψηλά, πάνω απ’ τον τοίχο, να ανεβούμε στη σκεπή!

Γρήγορα, γρήγορα! Εμπρός! Γρήγοροι σαν αστραπή!»

.

Σαν τα φύλλα τα ξερά, που όταν ο αέρας τα φυσήξει δυνατά

-και κάποιο εμπόδιο βρεθεί μπροστά τους- ψηλά αμέσως τα πετά,

.

Έτσι μεμιάς στη στέγη οι τάρανδοι ανέβηκαν με φόρα

με τον Άη Βασίλη μες στο έλκηθρο βαρύ από τα δώρα·

.

Και, πριν προλάβω να καλοσκεφτώ, ακούω να πατούν

με τις μικρές οπλές τους στη σκεπή και να χοροπηδούν.

.

Δεν το χωρούσε ο νους μου αυτό που έβλεπα, με έπιασε ζαλάδα

και τσιουπ! ο Άη Βασίλης πήδηξε μέσα στην καμινάδα.

.

Απ’ τη κορφή μέχρι τα νύχια του ντυμένος μες στη γούνα,

μαύρος από τη στάχτη κι από την καπνιά βγήκε απ’ τη φυσούνα.

.

Στην πλάτη ένα σακί βαρύ απ’ τα παιχνίδια είχε ρίξει

κι έμοιαζε με πραματευτή που την πραμάτεια του θ’ ανοίξει.

.

Στα δυο λακκάκια του πόση χαρά! Στα μάτια πόση λάμψη!

Τη μύτη και τα μάγουλα κόκκινα, θα ‘λεγες, τα είχε βάψει!

.

Μια πίπα ξύλινη ανάμεσα στα δόντια του κρατούσε

και τα μαλλιά του ο καπνός σαν άλως τα περιτυλούσε.

.

Το πρόσωπό του ήταν πλατύ και η κοιλιά του σαν μπαλόνι

κι έτρεμε έτσι που γέλαγε σαν το ζελέ μόλις παγώνει!

.

Ήταν αφράτος, ήταν παχουλός, έμοιαζε με τα ξωτικά

και σαν τον είδα, δεν κρατήθηκα, γέλασα δυνατά!

.

Λίγο φοβήθηκα, ομολογώ, μα κείνος κούνησε το κεφάλι,

το μάτι μου ‘κλεισε κι ηρέμησα μες στην καρδιά μου πάλι.

.

Χωρίς μια λέξη, τίποτα, στρώθηκε στη δουλειά του,

τις κάλτσες γέμισε σε μια στιγμή, παρόλα τα κιλά του.

.

Το δάχτυλο πλάι στη μύτη έβαλε, τίναξε τη γενειάδα

Και μ’ ένα σάλτο ανέβηκε μέσα στην καμινάδα!

.

Πήδηξε μες στο έλκηθρο, σφύριξε στους βοηθούς του δυνατά

Και μακριά πετάξανε σαν χνούδι στον αέρα που φυσά.

.

Μα τη φωνή του άκουσα κι ας είχε πια χαθεί

«Καλά Χριστούγεννα σε όλους σας, σε όλους ύπνο ελαφρύ!»

.

Κλέμεντ Σ. Μουρ ή Χένρι Λίβινγκστον ο νεότερος*

(μτφ. Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος)

.

*Δημιουργός του διάσημου αυτού χριστουγεννιάτικου ποιήματος θεωρούνταν έως πολύ πρόσφατα ο Κλέμεντ Σ. Μουρ. Το 2000 ωστόσο ένας μελετητής απέδειξε ότι το ποίημα θα έπρεπε να αποδίδεται στον Χένρι Λίβινγκστον τον νεότερο (1748–1828).

med_santa_mail

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Τη νύχτα πριν απ’ τα Χριστούγεννα

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s