Όσο περνάει ο καιρός (από πάνω μου) και πληθαίνουν οι σελίδες ποίησης που καθημερινά διαβάζω, για να τις ξεχάσω ύστερα από λίγο, τόσο περισσότερο εκτιμώ το χιούμορ, σε όλες του τις ποικιλίες και τις διαβαθμίσεις, όταν το συναντώ σε κάποιο βιβλίο. Γιατί όλο και συχνότερα αποδεικνύεται πως το χιούμορ (ο αστεϊσμός, η σάτιρα, η ειρωνεία, η πλάκα, το καυστικό χιούμορ, το ανέκδοτο, η παρωδία, το μαύρο χιούμορ, το καλαμπούρι, το πνεύμα) είναι μία από τις ισχυρότερες δυνάμεις που διαθέτουμε, τόσο στην καθημερινή μας ζωή όσο και στην τέχνη, για να αντιμετωπίσουμε την υπαρξιακή απόγνωση και τη συμβατική τάξη, την οδύνη της πραγματικότητας και τη στρεβλή κοινωνική οργάνωση, την ανία και τον τρόμο.
Από την ποίηση του Χάρη Βλαβιανού δεν απουσιάζει το χιούμορ. Θα έλεγα μάλιστα πως από βιβλίο σε βιβλίο δίνεται από τον ποιητή όλο και περισσότερη έκταση και βάθος σε αυτή την ιδιότητα τους ανθρώπινου πνεύματος: η «Britannica», τα «Σονέτα της συμφοράς», «Η ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας σε 100 χαϊκού» βρίθουν παραδειγμάτων. Το εκτενές ποίημα «Σχεδόν διάσημος» που μόλις κυκλοφόρησε ο Βλαβιανός, σε έκδοση εκτός εμπορίου, ανήκει απολύτως στο είδος αυτό.
Πρόκειται για την αφήγηση τριάντα πέντε συναντήσεων του ποιητή με διάσημα πρόσωπα, κυρίως ποιητές, αλλά και πεζογράφους, ζωγράφους, πολιτικούς, οι οποίοι, σύμφωνα με την κοινή συνθήκη, φωτίζουν με τη φήμη τους και τον ίδιο τον αφηγητή. Δεκάδες τέτοια έργα ανεκδοτολογικού χαρακτήρα έχουν δει στο παρελθόν το φως της δημοσιότητας και νέα συνεχίζουν να γράφονται και να εκδίδονται, προς δόξα κυρίως του συγγραφέα τους. Η κρίσιμη ίσως λεπτομέρεια στις εξιστορήσεις του Βλαβιανού είναι πως οι μισές τουλάχιστον συναντήσεις που αφηγείται δεν είναι δυνατόν να έχουν συμβεί, αφού οι πρωταγωνιστές τους, ο Διονύσιος Σολωμός, ο Αχιλλέας Παράσχος, ο Κώστας Καρυωτάκης, ο Ελευθέριος Βενιζέλος και άλλοι, ήταν νεκροί πολύ πριν γεννηθεί ο ποιητής. Ενώ για άλλα από τα περιστατικά που περιλαμβάνονται στο ποίημα δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε την ακρίβειά τους. Και κάποια βέβαια δεν αποκλείεται καθόλου να έχουν πραγματικά συμβεί στον ποιητή (ένα-δυο τα γνωρίζουμε εξάλλου).
Αντιγράφω ένα παράδειγμα από κάθε κατηγορία: τα αδύνατα, τα απίθανα και τα πιθανά.
«Βρέθηκα στο ίδιο καφενείο με τον Παράσχο και ζήτησα από τον καφετζή να μου σερβίρει απ’ το κόκκινο κρασί που έπινε κι αυτός.»
«Πήγα εκδρομή με τον Καρούζο στο Ναύπλιο. Έξω από το Δημαρχείο μάς σταμάτησε μια κυρία και τον ρώτησε με τρεμάμενη φωνή: “Είστε αυτός που νομίζω;”. Κι εκείνος, με απόλυτη σοβαρότητα: “Όχι, είμαι ο ντετέκτιβ του οντολογικού αινίγματος”.»
«Από το απέναντι πεζοδρόμιο κοιτούσα επί ώρα τον Λεοντάρη να πίνει καφέ με τη Δαράκη στου “Zonar’s”. Της κρατούσε το χέρι σφιχτά λες και ήταν μικρό κορίτσι. Αν και ήθελα να τους μιλήσω, τους άφησα ν’ απολαύσουν τον έρωτά τους ανενόχλητοι.»
Πρόκειται ξεκάθαρα για υψηλής ποιότητας χιούμορ που στρέφεται, καταρχάς, εναντίον του ίδιου του ποιητή (και εναντίον όλων μας, εδώ που τα λέμε) για το διαρκές και ανόητο και μάταιο κυνήγι της καλλιτεχνικής δόξας· χιούμορ που στρέφεται ενάντια στους θηρευτές της δανεικής δόξας, κοσμικογράφους του πολιτισμού, της υποκουλτούρας, των κοινωνικών δικτύων· και χιούμορ επίσης που παρηγορεί με την έλλειψη σοβαροφάνειας και ανακουφίζει με το χαμόγελο που προκαλεί στον αναγνώστη.
Το χιούμορ όμως του ποιήματος, κι ας είναι τόσο πολυδιάστατο, δεν είναι η μοναδική του ιδιότητα. Με το «Σχεδόν διάσημος» ο Βλαβιανός δοκιμάζει ακόμη μια φορά τα όρια της ποίησης, δίνοντας ένα έργο που το ονομάζει ποίημα, αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί αφήγημα ή δοκίμιο ή κάτι άλλο. Όσο για την πικρή κατακλείδα του έργου αρκεί νομίζω για να πείσει και τον πιο δύσπιστο πόσο σοβαρή υπόθεση είναι το χιούμορ και πόσο δηλητήριο μπορεί να έχει απορροφήσει το χαμόγελο που διακρίνουμε στα πρόσωπα γύρω μας: «Όσοι λησμονήθηκαν θα ξεχαστούν και όσοι δεν λησμονήθηκαν, επίσης. Οι νεκροί θα είναι νεκροί και οι ζωντανοί, επίσης».
Ο Χάρης Βλαβιανός, με μια χειρονομία απολύτως σύμφωνη με το πνεύμα του βιβλίου του, επέλεξε να κυκλοφορήσει (σε πρώτη φάση;) το ποίημα αυτό εκτός εμπορίου και να το δωρίσει σε λίγους φίλους, για να τους κάνει, ίσως, να αισθανθούν σχεδόν διάσημοι κι οι ίδιοι και να μπορέσουν κάποτε να γράψουν στα φιλολογικά τους απομνημονεύματα: «Δέχτηκα μια μέρα ένα απρόσμενο τηλεφώνημα από τον Βλαβιανό που μου ζήτησε να συναντηθούμε, για να μου προσφέρει ένα βιβλίο του που είχε εκδώσει εκείνη την εποχή εκτός εμπορίου. Δυστυχώς δεν καταφέραμε να βρεθούμε εγκαίρως και έτσι το αριθμημένο αντίτυπο που έχω στη βιβλιοθήκη μου δεν είναι από τα πρώτα». Χαμόγελο.
Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος